Η απόφαση της κυβέρνησης να κλείσει 204 καταστήματα των ΕΛΤΑ δεν είναι  μια «τεχνική αναδιάρθρωση» μιας ζημιογόνας δημόσιας επιχείρησης. Είναι ένα ακόμη σύμπτωμα μιας πολιτικής που αντιμετωπίζει το Δημόσιο αποκλειστικά με όρους ισολογισμού και όχι κοινωνικής αποστολής.

Για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, το ζητούμενο δεν είναι να διατηρηθεί ένα δίκτυο υπηρεσιών που κρατά ζωντανές τις απομακρυσμένες κοινότητες της χώρας, αλλά να παρουσιαστεί μια ωραιοποιημένη εικόνα «εξυγίανσης» — ακόμη κι αν το τίμημα είναι η εγκατάλειψη των πολιτών.

Τα ΕΛΤΑ δεν είναι μια οποιαδήποτε επιχείρηση. Για δεκαετίες αποτέλεσαν το μόνο σημείο επαφής πολλών χωριών με το κράτος, τον κόσμο, την ίδια την έννοια της «Ελλάδας». Από τη σύνταξη του ηλικιωμένου μέχρι το δέμα του παιδιού που σπουδάζει, τα ταχυδρομεία ήταν υποδομή κοινωνικής συνοχής. Το να τα καταργείς χωρίς διάλογο, χωρίς σχέδιο, χωρίς καν ενημέρωση των τοπικών κοινωνιών, δεν δείχνει «ψηφιακή διακυβέρνηση», αλλά αλαζονεία εξουσίας.

Το γεγονός ότι ακόμα και βουλευτές της ΝΔ εξεγείρονται, δείχνει το μέγεθος του πολιτικού λάθους. Όταν κυβερνητικά στελέχη όπως ο Πέτσας ή ο Μαρκόπουλος αναγκάζονται να καταθέτουν ερωτήσεις στη Βουλή για να κατευνάσουν την οργή των πολιτών τους, κάτι πάει πολύ στραβά.

Η κυβέρνηση φαίνεται να έχει αποκοπεί πλήρως από την κοινωνική πραγματικότητα και να λειτουργεί ως επιτελείο συμβούλων και τεχνοκρατών που μετρούν μόνο ζημιές και κέρδη, όχι ανθρώπινες ανάγκες.

Το επιχείρημα ότι «κανείς δεν θα μείνει χωρίς ταχυδρόμο» ακούγεται περισσότερο σαν δικαιολογία παρά σαν λύση. Οι ηλικιωμένοι στα νησιά ή στα βουνά δεν χρειάζονται «αγροτικό ταχυδρόμο κατά παραγγελία», αλλά ένα σταθερό σημείο εξυπηρέτησης, μια ανθρώπινη παρουσία.

Κανείς δεν πιστεύει την κυβέρνηση και τη διοίκηση των ΕΛΤΑ όταν υποστηρίζουν ότι οι θέσεις εργασίας θα διατηρηθούν και τίποτα δεν θα αλλάξει. Οι ίδιες υποσχέσεις δόθηκαν στη δυτική Μακεδονία με τη βίαιη απολιγνιτοποίηση. Τώρα μοιάζει με κοινωνική έρημο.

Μετά τα νοσοκομεία, τα σχολεία και τα ΚΕΠ, τώρα ήρθε η σειρά των ΕΛΤΑ. Η Ελλάδα των περιφερειών μικραίνει, φτωχαίνει, αποκόπτεται. Και το χειρότερο: όλα αυτά συμβαίνουν στο όνομα της «αποδοτικότητας». Μόνο που μια κοινωνία δεν μετριέται με κέρδη, αλλά με το αν φροντίζει τους πιο αδύναμους.