
Δυναμική ανάπτυξη μετά την πανδημία
*Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, τέως υπουργός, τέως αντιπρύτανης ΕΚΠΑ
Τα ιατρικά δεδομένα τις τελευταίες εβδομάδες δείχνουν ότι βρισκόμαστε σε φάση αποδρομής της πανδημίας, ενώ τα οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου του 2021 είναι ενθαρρυντικά σε σχέση με τα αναμενόμενα, καθώς η ύφεση δεν ξεπέρασε το 2,3%, παρά την ύπαρξη καραντίνας. Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με την απελευθέρωση των παραγωγικών δυνάμεων που επιχειρεί η κυβέρνηση και την οικονομική ενίσχυση από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα ευρωπαϊκά ταμεία, κάνει πειστικές τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής που κατατέθηκε πρόσφατα στη Βουλή. Ετσι, η πρόβλεψη ότι στο τέλος του 2022 θα έχει καλυφθεί η ύφεση κατά 8,2% του 2020 και ότι ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης στην περίοδο 2021-2025 αναμένεται να φτάσει στο 4,3% δεν φαίνεται να είναι εκτός πραγματικότητας.
Το «κλειδί» της ταχύρυθμης αναπτυξιακής διαδικασίας βρίσκεται προφανώς στη προσδοκώμενη μεγάλη αύξηση των επενδύσεων και στην εκτίμηση ότι οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα αυξάνονται με ρυθμό ταχύτερο από τις εισαγωγές κάθε χρόνο από το 2022 μέχρι και το 2025, με την προϋπόθεση ότι ο τουρισμός θα επανέλθει κοντά στα επίπεδα του 2019. Εξάλλου, όλα τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, με αποκορύφωμα την πανδημία, οι ελληνικές επιχειρήσεις κατόρθωσαν να ανοιχτούν σε ξένες αγορές και να αυξήσουν τις εξαγωγές τους, καθώς η εγχώρια ζήτηση ήταν υποτονική. Π.χ. στα αγροτικά προϊόντα και στα τρόφιμα, για πρώτη φορά το 2020, μετά την ένταξη στην Ε.Ε. το 1981, υπήρξε θετικά εμπορικό ισοζύγιο, παρά την ελάχιστη αύξηση της αγροτικής παραγωγής.
Οσον αφορά τις επενδύσεις, η γενναία χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης της τάξης των 30 δισ. ευρώ, που μαζί με τα ευρωπαϊκά ταμεία φτάνουν τα 70 δισ. ευρώ, αναμένεται να «μοχλεύσει» πολύ υψηλότερα ποσά ιδιωτικών επενδύσεων, ώστε το σύνολό τους να ανέβει σε πολύ υψηλότερο επίπεδο, που μπορεί το 2025 να φτάσει στο 16,7% του ΑΕΠ (έναντι 10%-11% του ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια), πράγμα που σταδιακά θα καλύψει το επενδυτικό κενό των ετών της κρίσης. Βεβαίως, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η αναπτυξιακή διαδικασία θα προκαλέσει αύξηση της εγχώριας ζήτησης και συνεπώς των εισαγωγών. Ωστόσο, οι προβλέψεις δείχνουν ότι η ζήτηση για ιδιωτική κατανάλωση θα περιοριστεί το 2025 στο 65,5% του ΑΕΠ έναντι 71,3% το 2019 και γενικότερα άνω του 70% στην περίοδο της κρίσης, προς όφελος της επενδυτικής ζήτησης. Το ερώτημα, ωστόσο, που παραμένει είναι προς ποια κατεύθυνση (κατανάλωση ή επένδυση) θα οδεύσουν οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις άνω των 20 δισ. ευρώ στις ελληνικές τράπεζες την περίοδο της πανδημίας. Προφανώς, η συνολική τραπεζική χρηματοδότηση συνδέεται με το ύψος των «κόκκινων» δανείων, που φτάνουν, σήμερα ακόμη, στο 37% με πρόβλεψη, όμως, ταχύτατης μείωσης τα επόμενα χρόνια, ακόμη και σε μονοψήφια ποσοστά.
Η αναμενόμενη δυναμική ανάπτυξη μετά την πανδημία θα ωφελήσει και την απασχόληση. Οπως προβλέπεται στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, το ποσοστό της ανεργίας, από 16% που είναι σήμερα, αναμένεται να μειωθεί στο 11,1% το 2025. Οσον αφορά τη συμμετοχή των εργαζομένων στα οφέλη από αυτές τις αναπτυξιακές επιδόσεις, η μέση ετήσια αύξηση του ονομαστικού μισθού προβλέπεται να είναι 2,4% την περίοδο 2021-2025, η οποία, όμως, μπορεί να επηρεαστεί αρνητικά από τον ρυθμό αύξησης του πληθωρισμού. Στο ζήτημα αυτό, οι σχετικές προβλέψεις εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός στη χώρα μας το 2025 θα είναι 1,7%. Ομως, αν κρίνει κανείς από τις σημερινές πληθωριστικές τάσεις κυρίως στις ΗΠΑ (5%), ίσως η πρόβλεψη αυτή να είναι παρακινδυνευμένη. Αν υπάρξει σημαντική αύξηση του πληθωρισμού στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, δεν θα επηρεάσει μόνο την αγοραστική δύναμη των ελληνικών μισθών, αλλά θα οδηγήσει τη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στην αύξηση των σημερινών μηδενικών επιτοκίων των τραπεζικών δανείων, η οποία προφανώς θα δυσχεράνει τη δυναμική αναπτυξιακή διαδικασία που αναμένεται μετά την πανδημία, ανατρέποντας πολλές από τις σημερινές προβλέψεις.
Η επιστροφή από το 2023 σε πρωτογενή πλεονάσματα στον ελληνικό Προϋπολογισμό σε σχέση με τα σημερινά ελλείμματα (λόγω της δημόσιας δαπάνης για τον περιορισμό της ύφεσης που προκάλεσε η πανδημία) μπορεί, επίσης, να γίνει δυσκολότερη σε ένα περιβάλλον, έστω, ήπιου πληθωρισμού. Βεβαίως, αυτή τη στιγμή, οι επίσημες προβλέψεις για τον ρυθμό πληθωρισμού στην ευρωζώνη εκτιμούν ότι το πληθωριστικό κύμα στις ΗΠΑ θα είναι προσωρινό και ότι δεν θα επηρεάσει ουσιαστικά την Ευρώπη, καθώς, όπως υποστηρίζουν, οφείλεται κυρίως στις πληθωριστικές συνέπειες των υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων του προϋπολογισμού των ΗΠΑ και στη διεθνή αύξηση των τιμών των τροφίμων και των πρώτων υλών για συγκυριακούς λόγους.
Πέραν, όμως, της αβεβαιότητας για το ύψος του πληθωρισμού, πολύ μεγαλύτερη αβεβαιότητα υπάρχει αν αυτό ο καλοκαίρι θα επέλθει το οριστικό τέλος της πανδημίας ή αν θα υπάρξει και τέταρτο κύμα το φθινόπωρο. Αν, δηλαδή, τα εμβόλια θα αποδειχθούν αποτελεσματικά έναντι των μεταλλάξεων του κορωνοϊού. Η προφανής ευχή είναι να μην επαληθευθούν οι ανησυχίες ούτε για τον πληθωρισμό ούτε για τον κορωνοϊό.