skip to Main Content
Ο Ομ. Καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου Θ. Πυλαρινός για το νέο Βιβλίο του καθηγητή Γεωργίου Ν

Ο Ομ. Καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου Θ. Πυλαρινός για το νέο Βιβλίο του καθηγητή Γεωργίου Ν. Μοσχοπούλου

Γεώργιος Ν. Μοσχόπουλος

Ο καθηγητής Γιώργος Ν. Μοσχόπουλος, δεν είναι γνωστός μόνο από το τρίτομο έως τώρα έργο του για την Ιστορία της ιδιαίτερης πατρίδας του της Κεφαλονιάς (για την οποία ευελπιστούμε ότι θα ακολουθήσει και τέταρτος τόμος εν καιρώ τω δέοντι). Είναι πολλές οι δημοσιεύσεις του, τα βιβλία του καταρχάς, τα οποία εγκαινίασε η διδακτορική διατριβή του, Οι Έλληνες της Βενετίας και της Ιλλυρίας (1768-1797), οι επιστημονικές μελέτες του, οι αρχειακοί κατάλογοι που εξέδωσε, τα Λευκώματα που επιμελήθηκε και ιδιαίτερα ο ογκώδης τόμος των 563 σελίδων “Από την Παλινόρθωση στη Βασιλο-μεταξική δικτατορία. Φως στα παρασκήνια 1935-1940, έκδ. Αθ. Χριστάκης, με πρωτογενές αρχειακό υλικό, αλλά και ο τόμος Ιστορία του Ελληνικού Κράτους.Πολιτικές Προσεγγίσεις 1932-1940, έκδ. Αθ. Χριστάκη κι αυτό, που συνέθεσε για τους φοιτητές του στο Πανεπιστήμιο Πατρών.

Κύριο γνώρισμα όλων των τοπικών εργασιών του, πολύμορφο κέντρο του, είναι η Κεφαλονιά, στην ιστορία της οποίας, και μέσω αυτής στη φιλολογία, την επιστολογραφία, τα γράμματα και τις τέχνες, εστιάζει τον φακό του, φέροντας στο φως ανέκδοτο αρχειακό υλικό, πηγαία μελετήματα και συνθετικά έργα, όπως το εξεταζόμενο στην κριτική μας παρουσίαση. Ωστόσο, το όλο αυτό έργο δεν λειτουργεί τοπικιστικά, παρά την εύλογη εντοπιότητα που το διακρίνει, διότι εντάσσεται και αποδίδει οργανικά στο πλαίσιο της επτανησιακής ιστορίας, προσδίδοντας κύρος στην προσφορά της Κεφαλονιάς στον σημαντικό πολιτικό και πολιτιστικό οργανισμό του νεοελληνικού κράτους.

Η σύγχρονη ιστορική πορεία της Κεφαλονιάς έχει δοθεί ήδη έως το έτος 1940, με δύο προϋπάρχοντες πολυσέλιδους τόμους του Γ. Μοσχόπουλου.

Είναι άξιο ιδιαίτερης μνείας το άγνωστο και σε μεγάλο βαθμό ανέκδοτο υλικό που κομίζει ο τόμος αυτός, από κοινού με την αξιοποίηση μεγάλου αριθμού εργασιών, βιβλίων και μελετών ή άρθρων που αξιοποιεί ο συγγραφέας, προερχόμενων πρωτίστως από τη γραφίδα Κεφαλλήνων και άλλων Επτανησίων συγγραφέων (Σπύρος Λουκάτος, Κ. Π. Φωκάς Κοσμετάτος, Πέτρος Πετράτος, Αγγελοδιονύσης Δεμπόνος, Ντίνος Κονόμος κ.ά.), αλλά και διαφόρων άλλων μηδέ εξαιρουμένων και Ιταλών που συνέδεσαν δραματικά την τύχη τους με την Κεφαλονιά. Ο συγγραφέας συνθέτει την ιστορία μιας μόλις δεκαετίας στις 468 σελίδες του εξεταζόμενου βιβλίου του. Εξ αρχής, επομένως, πρέπει να διαπιστωθεί και να εξαρθεί ως πρότυπο το έργο αυτό, συμπεριλαμβανομένων και των δύο πρώτων τόμων. Χρήζει εύφημης μνείας η αναλυτική έρευνα, η αξιοποίηση κρατικών και ιδιωτικών αρχείων και αρχειακών συλλογών, των κεφαλληνιακών, επτανησιακών και αθηναϊκών εφημερίδων (με τον πακτωλό του άγνωστου ή αναξιοποίητου για ποικίλους λόγους υλικού), από τις οποίες, πέρα από πολιτικές ή άλλες προκαταλήψεις, απάντλησε ο συγγραφέας εξαιρετικές πληροφορίες, η επικαιρικότητα των οποίων, φιλτραρισμένη από το αντικειμενικό μάτι του επιστήμονα ιστορικού, υπέστη διασταυρώσεις και απέδωσε εξαιρετικά αποτελέσματα και συμπεράσματα, τα οποία η μέχρι προ ολίγων ετών πολιτική σκοπιμότητα, οι φανατισμοί και οι πάσης μορφής προπαγάνδες δεν επέτρεψαν να αποδώσουν.

Αναφερθήκαμε σε προτυπικό δείγμα αμέσως ανωτέρω.Εννοούμε με αυτό τις προοπτικές που διανοίγει με το παράδειγμα της ιστορίας της Κεφαλονιάς ο Γ. Μοσχόπουλος, με την ανάδειξη της σύγχρονης ιστορίας με εξαντλητικό και προπαντός επιστημονικό τρόπο και αξιοποίηση-αξιολόγηση όλων των υπαρχουσών πηγών, έργο πιλοτικό, που θα ήταν χρήσιμο για κάθε νομό. Ο θησαυρός των επί μέρους στοιχείων θα συντελέσει στη συγγραφή μιας συνθετικής σύγχρονης ιστορίας, τώρα που οι εν γένει συνθήκες, ιδίως τα αγαθά της τεχνολογίας και κυρίως οι ψηφιοποιήσεις εφημερίδων και περιοδικών, ευνοούν μια τέτοια σφαιρική εργασία, έργο πλέον ομάδων και όχι του ενός, του παραδοσιακού συγγραφέα. Υπό την άποψη αυτή πρωτοπορεί όντως το τρίτομο έργο του χαλκέντερου Γ. Μοσχόπουλου, το οποίο και υπό τις παρούσες, ευνοϊκές πολιτικά, συνθήκες συνιστά τόλμημα.

Η Κεφαλονιά, -εστιάζουμε ειδικότερα στον τρίτο τόμο-, είναι περιοχή πονεμένη, με δική της ιδιοσυστασία, και λόγω των καταδρομών που υπέστη, και λόγω των Ιταλών και της τραγικής σχέσης που δημιουργήθηκε στο έδαφός της αλλά και λόγω του Εμφυλίου.Ο Μοσχόπουλος ξεκινά από τις αρχές του πολέμου, με ένα προοίμιο που προηγήθηκε.Αν και έχει να αντιπαλαίσει με το αντιθετικό δίπολο της μεταξικής και της δημοκρατικής ιστορίας του νησιού, αναδεικνύεται απροσωπόληπτος και αντικειμενικός, χάρη στην αμερόληπτη θεώρηση των γεγονότων, θέση που προϋποθέτει ελεύθερη βούληση, πέραν των δυνατοτήτων που εξασφαλίζουν τα σύγχρονα μέσα.

Εκκινώντας από την εισβολή των Ιταλών, τους βομβαρδισμούς, την ιταλική κατοχή και την προπαγάνδα, τα όσα απαράδεκτα έπραξαν με λίγα λόγια οι Ιταλοί για την αλλοίωση της επιχώριας ταυτότητας, δείχνει πώς άλλαξαν τα αισθήματα των Κεφαλλήνων μετά τη σύρραξη Ιταλών και Γερμανών, πώς συνέπασχε ο λαός του νησιού με τους κατατρεγμένους πρώην αντιπάλους μετά την ιταλική τραγωδία. Ακολούθως, μετά από τη συνθήκη του Badoglio αναφέρεται στην πολλαπλά οδυνηρή γερμανική κατοχή και τις απαρχές του Εμφυλίου, εξαιτίας των πρώιμων συμπλοκών για την επικράτηση των διαφόρων πολιτικών μερίδων.

Στο δεύτερο μέρος του τόμου γίνεται εκτενής αναφορά στην Εθνική Αντίσταση κατά τα έτη της Κατοχής, τα προμηνύματα και τα προεόρτια του Εμφυλίου, την οριστική ρήξη των αντιμαχομένων μερίδων, στα γεγονότα του Εμφυλίου καθαυτά, με τις συγκρούσεις και τον αδελφοκτόνο σπαραγμό, κλείνοντας με τα παρεπόμενα του εμφυλιακού δράματος.

Δώσαμε, σχεδόν τηλεγραφικά, το περιεχόμενο του βιβλίου.Το μέλημά μας είναι να διαφανεί ο τρόπος πραγμάτευσης του υλικού, η θεωρητική ματιά του συγγραφέα, η λογική απάντλησης και χρησιμοποίησης των πηγών, ετερόκλητων και συγκρουόμενων εν πολλοίς, η σύνθεση του έργου και η αποτίμηση της περιόδου από αυτόν.Διότι, αν το πρώτο σημείο είναι η καταδάμαση του υλικού, το δεύτερο είναι η αποτίμησή του.

Στο ζήτημα αυτό έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής, τα οποία και αποτελούν κριτικές προσεγγίσεις, απόσταγμα της ενδελεχούς μελέτης, της προσεκτικής κατάθεσης, της τεκμηρίωσης των πηγών και των συμπερασμάτων, καθώς και των αποτιμητικών θέσεων του συγγραφέα.Και πρώτα πρέπει να τονίσουμε την κριτική οπτική του Γ. Μοσχόπουλου όσον αφορά στα γεγονότα της ιταλογερμανικής σύρραξης στην Κεφαλονιά και στα εξ αυτής παρεπόμενα, τα οποία δεν τιμούν καθόλου την έννοια «άνθρωπος» και ακυρώνουν ευτελιστικά τις διατάξεις του δικαίου του πολέμου. Ο συγγραφέας παραθέτει επ’ αυτών τις απόψεις των μελετητών και επιχειρεί κριτική, με σαφή γνώση των παγίδων του υποκειμενικού στοιχείου, το οποίο ενυπάρχει σ’ αυτές, για πολιτικούς ή άλλους λόγους, εν συνεχεία δε (σ. 131-137) κλείνει το κρίσιμο λόγω ακριβώς της σύρραξης τέταρτο κεφάλαιο της τραγωδίας (σ. 85-137) με νέες δικές του συνθετικές θεωρήσεις, που έχουν την αξία τους λόγω της μοναδικότητας της έντασης και της απανθρωπιάς του φαινομένου ανάμεσα στους δύο πρώην συμμάχους, οι επιπτώσεις του οποίου άφησαν τα μελανά σημάδια τους και στην Κεφαλονιά.

Το ίδιο εμφατικά θα τονίσουμε τον εννοιολογικό τρόπο, με τον οποίο προσεγγίζει την Εθνική Αντίσταση στην Κεφαλονιά, στο δεύτερο μέρος του τόμου, στο οποίο εξετάζει τα σπέρματα του καταστροφικού Εμφυλίου ήδη από την εποχή της Αντίστασης, τη μετεξέλιξη της οποίας παρακολουθεί από την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση στο νησί, τη Στρατιωτική Οργάνωση Κεφαλληνίας, ένα μόλις μήνα μετά την κατάληψή του νησιού από τους Ιταλούς, μέχρι τις απαρχές του Εμφυλίου. Tέλος, θα επισημάνουμε τα συμπεράσματα του συγγραφέα στο τέλος του κεφαλαίου που κλείνει όλο τον τόμο, με τον τίτλο «Τα θλιβερά παρακείμενα και παρεπόμενα του Εμφυλίου» (σ. 345-368). Ο Γ. Μοσχόπουλος διαπιστώνει κατά τη σπουδή των ανωτέρω την ακολουθία και σύμπτωση εν πολλοίς των γεγονότων της Κεφαλονιάς, παρακειμένων και παρεπομένων, με εκείνα της άλλης Ελλάδας, αφού ο τοπικός χαρακτήρας εξασθενεί, υπό το κράτος των πανελληνίως και ιδίως παγκοσμίως τεκταινομένων και τελουμένων, έχοντας ωστόσο εμπλουτίσει με επιχώριο γεγονοτολογικό υλικό το κοινό ιστορικό ταμείο.

Τα Παραρτήματα με τη δημοσίευση εγγράφων που συμπληρώνουν με στοιχεία και τεκμηριώνουν τα γραφόμενα, αλλά και αποδεικνύουν την εξαντλητική αρχειακή έρευνα, προσδίδουν κύρος στον τόμο, καθώς και το τοπικό φωτογραφικό υλικό, με αδιαμφισβήτητες μαρτυρίες, όπως τις διέσωσε ο αδιάψευστος φωτογραφικός φακός.

Σε κάθε περίπτωση, ο τρίτος τόμος της σύγχρονης ιστορίας της Κεφαλονιάς του Γ. Μοσχόπουλου αποτελεί προσφορά που υπερβαίνει τον τοπικό χαρακτήρα, που εξακτινώνεται και συναντά και συμπλέκεται με όσα τελέστηκαν την ίδια δεκαετία στην Ελλάδα αλλά και στην παγκόσμια σκηνή.

Πηγή

Back To Top